Αριστέας

Αριστέας
Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Επικός ποιητής (6ος αι. π.Χ.). Ήταν ιερέας του Απόλλωνα και θαυματοποιός από την Προκόννησο. Σε αυτόν αποδίδονται τα Αριμάσπεια έπη, ένα φανταστικό ταξιδιωτικό μυθιστόρημα σε 1.000 εξάμετρους στίχους, από το οποίο σώθηκαν λίγα αποσπάσματα. Στο έργο αυτό, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Α. περιέγραφε το ταξίδι στον μακρινό βορρά και τη γνωριμία του με τους λαούς του, τους Ισσηδόνες, τους μονόφθαλμους Αριμασπούς, τους χρυσοφύλακες Γρύπες και τους Υπερβορέους, τον εκλεκτό λαό του Απόλλωνα. 2. Κορίνθιος στρατηγός (; – 432 π.Χ.). Ήταν γιος του Αδείμαντου, ναυάρχου των Κορινθίων στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Στην αποστασία της Ποτίδαιας (432 π.Χ.) από την Αθηναϊκή συμμαχία, ενίσχυσε τους Ποτιδαιάτες με πελοποννησιακό μισθοφορικό στράτευμα στη Χαλκιδική. Αιχμαλωτίστηκε όμως στη Θράκη από τον Σάδοκο, γιο του βασιλιά Σιτάλκη, και παραδόθηκε στους Αθηναίους. Εκεί, ως υπαίτιος της αποστασίας της Ποτίδαιας, κατακρημνίστηκε από το βάραθρο της Πνύκας. 3. Υπασπιστής του Πτολεμαίου Β’ Φιλαδέλφου (3ος αι. π.Χ.). Πιστεύεται ότι έγραψε την Αριστέου επιστολή προς τον αδελφό του Φιλοκράτη. 4. Γλύπτης από την Καρία (2ος αι. μ.Χ.). Το όνομά του είναι χαραγμένο σε ένα σύμπλεγμα δύο κενταύρων από βαθύχρωμο μάρμαρο, που βρέθηκε το 1736 στην έπαυλη του αυτοκράτορα Αδριανού στο Τίβολι.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἀριστέας — Ἀριστέᾱς , Ἀρίστεας masc acc pl (doric aeolic) Ἀριστέᾱς , Ἀρίστεας masc nom sg (attic epic doric aeolic) Ἀριστέᾱς , Ἀρίστευς masc acc pl Ἀριστέᾱς , Ἀριστέης masc acc pl Ἀριστέᾱς , Ἀριστέης masc nom sg (attic epic doric aeolic) Ἀριστέᾱς ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀριστέας — ἀριστέᾱς , ἀριστεύς those who excel in valour masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀριστέην — Ἀρίστεας masc acc sg (epic doric ionic aeolic) Ἀριστέης masc acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀριστέης — Ἀρίστεας masc nom sg (epic doric ionic aeolic) Ἀριστέης masc nom sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀριστέου — Ἀρίστεας masc gen sg (doric aeolic) Ἀριστέης masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀριστέω — Ἀρίστεας masc gen sg (attic epic doric ionic aeolic) Ἀρίστευς masc acc sg (epic ionic) Ἀρίστευς masc gen sg (epic ionic) Ἀριστέης masc gen sg (attic epic ionic) Ἀριστεύς masc acc sg (epic ionic) Ἀριστεύς masc gen sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Aristee de Proconnese — Aristée de Proconnèse Pour les articles homonymes, voir Aristée (homonymie). Localisation de l île de Marmara, la Proconnèse traditionnelle, en …   Wikipédia en Français

  • Aristéas de Proconnèse — Aristée de Proconnèse Pour les articles homonymes, voir Aristée (homonymie). Localisation de l île de Marmara, la Proconnèse traditionnelle, en …   Wikipédia en Français

  • Aristée De Proconnèse — Pour les articles homonymes, voir Aristée (homonymie). Localisation de l île de Marmara, la Proconnèse traditionnelle, en …   Wikipédia en Français

  • Aristée de Proconnèse — Pour les articles homonymes, voir Aristée (homonymie). Localisation de l île de Marmara, la Proconnèse traditionnelle, en Propontide. Se basant sur un passage de …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”